Ένα Ταξίδι στα αστέρια
«Ξαφνικά δεν έπλεα πια ελεύθερα, αλλά εκτοξεύτηκα στο διάστημα με καταπληκτική ταχύτητα! Τα αστέρια φαίνονταν πολύ κοντά, και όλη αυτή η εμπειρία ήταν απερίγραπτα ωραία. Ήμουν περικυκλωμένη από μικροσκοπικά σημεία φωτός που έπλεαν σε εκείνον τον σκοτεινό χώρο. Ήταν σαν να περνάς από ένα πεδίο γεμάτο με πυγολαμπίδες, ή σαν μικροσκοπικά διαμάντια που έλαμπαν πολύ στον χώρο».
Μερικές φορές απορώ για το αν είχα πραγματικά µια αψιμαχία µε τον θάνατο πριν 30 χρόνια, ή ήταν ένα μικρό σκούντηµα από τον Θεό για να µου δώσει ένα μάθημα και να µου δείξει πώς είναι να πεθαίνει κανείς. Ότι κι αν ήταν µπορώ τώρα να το δω σαν µια κρίσιμη καµπή στη ζωή µου γιατί, το αποτέλεσµα αυτής της εµπειρίας, ήταν ότι άλλαξα µε θετικό τρόπο.
Το καλοκαίρι του 1960 έδινα την εντύπωση μιας ευτυχισµένης συζύγου και µητέρας. Στην πραγµατικότητα, ήµουν µπλεγµένη σ’ ένα δυστυχισµένο και καταστρεπτικό γάµο από φόβο. Ο άντρας µου, µετά από τρία χρόνια γάµου, είχε γίνει ένας βίαιος τύραννος που ξεσπούσε πάνω µου µε ξαφνική κι απρόβλεπτη οργή. Είχαµε χωρίσει ήδη δύο φορές για σύντοµο διάστηµα, αλλά και τις δύο φορές είχα συµφωνήσει να γυρίσω πίσω στο σπίτι µετά τα παρακάλια του και τις υποσχέσεις του να πάει σε ψυχίατρο. Αλλά µόλις σµiξαµε ξανά, οι υποσχέσεις ξεχάστηκαν και έγινε πιο σκληρός και υβριστικός, τόσο συναισθηµατικά όσο και σωματικά. Δυο φορές χτύπησε τη δίχρονη κόρη μας, κάνοντάς την να έχει υστερικούς σπασμούς. Με τρομοκρατούσε με το να με ρίχνει πάνω στους τοίχους, με το να προσπαθεί να με πνίξει και με το να χτυπά τις γροθιές του στις πόρτες. Ύστερα όταν καταλάβαινε τι έκανε, ξεσπούσε σε κλάματα και με παρακαλούσε να τον συγχωρέσω, αλλά και τότε με κατηγορούσε ότι εγώ τον εξωθούσα στα άκρα.
Τον φοβόμουν, τον λυπόμουν και τον μισούσα, αλλά είχα την ελπίδα ότι με συμβουλές και ψυχιατρική βοήθεια θα άλλαζε και ο γάµος µου θα σωζόταν. Δε σκέφτηκα το διαζύγιο γιατί ήθελα να διορθώσω τα πάντα, και έλπιζα ότι ίσως µπορούσαµε ακόµη να έχουµε µια ευτυχισµένη, φυσιολογική ζωή. Αλλά κάθε φορά που βλέπαµε έναν ψυχίατρο, ο άντρας µου τον αποκαλούσε τρελό και αρνούνταν να συνεχίσει τη θεραπεία.
Ένα βράδυ έφερε στο σπίτι ένα όπλο, το έκρυψε, και απείλησε ότι αν δοκίµαζα να τον εγκαταλείψω ξανά, θα πυροβολούσε εµένα και το µωρό και θα έβαζε φωτιά στο σπίτι πριν αυτοκτονήσει. Koυρασμένη από μια μέρα με δουλειές στο σπίτι και φροντίδας για το άρρωστο μωρό, ήμουν πολύ εξαντλημένη για να του απαντήσω. Πήγε να κοιμηθεί με πολύ θόρυβο και φασαρία, σαν να είχε επιβληθεί σαν αναμφισβήτητος άρχοντας του σπιτικού.
Κάθισα για λίγο, στριφογυρίζοντας στο νου μου αυτό που μόλις είχα ακούσει, και άρχισα να γίνομαι όλο και πιο θλιμμένη και αδύναμη με κάθε λεπτό που περνούσε. Τέλος, σύρθηκα μέχρι το κρεβάτι και ξάπλωσα, σκεφτόμενη ότι απλώς δεν μπορούσα να ζήσω άλλο έτσι. Ξεχνώντας το μωρό μου που κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο, είχα την καθαρά εγωιστική επιθυμία να πεθάνω και να ησυχάσω, και μάλιστα είπα μια μικρή προσευχή στον Θεό να με πάρει πριν χάσω τα λογικά μου και σκότωνα τον άντρα μου πρώτα.
Καθώς ήμουν ξαπλωμένη εκεί με πλήρη συναίσθηση, κάνοντας αυτές τις τρομερές σκέψεις, άρχισαν να μου συμβαίνουν παράξενα πράγματα. Ένα κύμα παγερής κρυάδας, αρχίζοντας από τα πόδια μου, πέρασε πάνω μου σιγά-σιγά και προχώρησε μέχρι το κεφάλι μου. Τότε κατάλαβα ότι ήμουν εντελώς ακίνητη, σαν να έγινα παράλυτη μυστηριωδώς. Ύστερα είχα την παράξενη αίσθηση ότι έπεφτα, και ζαλίστηκα πολύ. Φαινόταν σαν να στριφογύριζα συνεχώς σε καθοδικές σπειροειδείς κινήσεις, μέσα από ένα σκοτεινό χωνί προς ένα σημείο φωτός πολύ μακριά. Αστραφτερά φώτα σαν πυροτεχνήματα στριφογύριζαν μπροστά στα μάτια μου, και υπήρχε ένας βομβιστικός, κροταλιστικός θόρυβος μέσα στο κεφάλι μου. Ήξερα ότι ήμουν ξύπνια και δεν ονειρευόμουν, και συλλογίστηκα μέσα μου ότι ο νους μου έσπασε και άρχισα να τρελαίνομαι, ή διαφορετικά, ήμουν ετοιμοθάνατη. Έχασα τις αισθήσεις μου για μια στιγμή, και το επόμενο πράγμα που ήξερα ήταν ότι η ζαλάδα είχε περάσει και ήμουν ακίνητη και κρύα, αλλά τώρα πετούσα ή έπλεα κοντά στην οροφή. Μέχρι αυτή τη στιγμή, ήμουν αρκετά σίγουρη ότι είχα πεθάνει.
Αντί το δωμάτιο να είναι σκοτεινό, τώρα ήταν φωτισμένο από μια αμυδρή, ροδόχρωμη λάμψη και όλα ήταν τελείως ορατά. Μπορούσα να δω τον κοιμισμένο άντρα μου ξαπλωμένο στο κρεβάτι. Μπορούσα να δω το δωμάτιο του μωρού, και το είδα να κοιμάται στην κούνια του. Κατά κάποιο τρόπο, ήμουν απρόθυμη να κοιτάξω κάτω στο μέρος μου στο κρεβάτι και να δω αν το σώμα μου ήταν εκεί. Αλλά όταν ανάγκασα τον εαυτό μου να κοιτάξει, η θέα μου εμποδιζόταν από μία χοντρή, φωτεινή ζώνη ασημένιου χρώματος που ήταν δεμένη στη μέση μου, ίσως από τον αφαλό μου, ή από το ηλιακό πλέγμα. Ίσως υπήρχε ένα σώμα κάπου εκεί κάτω, αλλά εκείνη η φωτεινή ζώνη με θάμπωνε και ήμουν πολύ φοβισμένη και συγκινημένη για να παρατηρήσω οτιδήποτε εκτός του ότι λικνιζόμουν πέρα-δώθε.
Η αρχική αντίδρασή μου ήταν να γελάσω και να φωνάξω από ανακούφιση και χαρά για την ελευθερία μου. Αντί γι αυτό, κοίταξα γύρω μου, και χωρίς μεγάλη έκπληξη παρατήρησα ότι οι τοίχοι είχαν εξαφανιστεί και μπορούσα να δω όλα τ’ άλλα μέρη του σπιτιού. Τότε κοίταξα πάνω και έξω, και είδα ότι η οροφή και η στέγη δεν ήταν εκεί πια, και είδα όλα όσα ήταν έξω.
Επέπλεα προς τα πάνω, απαλά σαν φυσαλίδα, έξω και πάνω από τη μηλιά στην πίσω αυλή μας. Η όρασή μου είχε οξυνθεί κι επεκταθεί κάπως, γιατί όλα φαίνονταν ασυνήθιστα καθαρά και ωραία. Ήμουν σαν μπαλόνι, χωρίς να αισθάνομαι τη βαρύτητα, και έπλεα ελεύθερα. Υπήρχαν σκοτεινά δέντρα που διαγράφονταν πάνω στον νυχτερινό oυρανό, που ήταν σκοτεινός, πολύ βαθύς και έντονα γαλάζιος. Έβλεπα τα φώτα των αυτοκινήτων στο δρόμο από κάτω, σαν φωτοστέφανα φωτός που έτρεχαν γρήγορα. Οι θόρυβοι της κίνησης, φαινομενικά αυξημένοι, ήταν έντονοι και καθαροί. Καθώς πετούσα και έπλεα ψηλότερα, κοιτάζοντας κάτω προς όλα αυτά, είδα την κρεβατοκάμαρα του σπιτιού μου, μέσα από τη στέγη. Η θέα της αδέξιας μορφής μου, που ήταν ξαπλωμένη με το πρόσωπο προς το κάτω στο κρεβάτι, μου έδωσε την αίσθηση ότι σίγουρα είχα πεθάνει. Η φωτεινή ζώνη που με συνέδεε με εκείνο το άλλο σώμα μου στο κρεβάτι, ήταν λίγο λεπτότερη τώρα και πολύ ευλύγιστη σαν ένα κομμάτι λευκού ελαστικού.
Ξαφνικά, μόλις παραδέχτηκα ότι ήμουν νεκρή, δεν επέπλεα πια ελεύθερα, αλλά εκτοξεύτηκα μπροστά με καταπληκτική ταχύτητα έξω στο διάστημα, εντελώς μόνη στον ουρανό και ένιωθα τρομερά κρύο. Τα αστέρια φαίνονταν πολύ κοντά, και όλη αυτή η εμπειρία ήταν απερίγραπτα ωραία. Το λογικό μέρος του εαυτού μου εκτοξευόταν στο διάστημα σαν πύραυλος. Κοίταξα κάτω στον εαυτό μου και είδα κάτι που φαινόταν σαν λευκό ρούχο στο σώμα μου, τα μπράτσα μου ήταν γυμνά. Είχα πάει να κοιμηθώ με ένα λευκό βαμβακερό νυχτικό, αλλά δεν μπορούσα να μαντέψω αν φορούσα το ίδιο ρούχο ή κάτι άλλο, παρά μόνον ότι ήμουν ντυμένη. Τα χέρια μου φαίνονταν γερά, υγιή, και τόσο πραγματικά, σαν να ήμουν ακόμη ζωντανή. Ότι απέμεινε εκεί πίσω στο κρεβάτι μου, ήταν σαν αδειανό περίβλημα και δεν το σκεφτόμουν περισσότερο, γιατί τώρα υπήρχε μόνο χαρά και ελευθερία και δεν σκεφτόμουν καθόλου τίποτα άλλο.
Για μια στιγμή, όμως, απόρησα γιατί δεν ήρθε κανένας να με συναντήσει. Η εγκόσμια ιδέα μου για το θάνατο ήταν ότι έπρεπε να με συναντήσει κάποιο αγαπημένο πρόσωπο που είχε φύγει πριν, και θα μου έδειχνε το δρόμο, και σε αυτό ήμουν λίγο απογοητευμένη. Αλλά αποφάσισα ν' απολαύσω κάθε θαυμάσια στιγμή αυτής της μοναδικής περιπέτειας.
Καθώς πετούσα μπροστά, άκουσα μουσική ή κάποιο μελωδικό μουρμούρισμα, αν και ήταν αδύνατο να καταλάβω από πού ερχόταν ή τι το προκαλούσε. Είχε μια καταπραϋντική, γαλήνια και σχεδόν μεταρσιωμένη επίδραση, και αισθανόμουν πολύ ωραία. Μερικές φορές ηχούσε σαν χορωδία ουράνιων φωνών και ύστερα ηχούσε σαν όργανα, αλλά ήταν διαφορετικό απ οτιδήποτε άκουσα ποτέ στη γη.
Ξαφνικά ήμουν περικυκλωμένη από μικροσκοπικά σημεία φωτός που έπλεαν σ’ εκείνον τον σκοτεινό χώρο. Ήταν σαν να περνάς από ένα πεδίο γεμάτο με πυγολαμπίδες, ή σαν μικροσκοπικά διαμάντια που έλαμπαν πολύ στον χώρο. Έκανε ακόμη πολύ κρύο και καθώς πετούσα, περνούσα τα δάχτυλά μου από τα μικροσκοπικά λαμπερά σωματίδια και η λέξη κοσμική σκόνη ήρθε στο νου μου. Ένιωθα πολύ ευτυχισμένη και ήθελα να γελάσω.
Ταξίδευα με μεγάλη ταχύτητα προς ένα φως στον ουρανό, όχι στον ήλιο ή τη σελήνη, αλλά μια λαμπρή χρυσαφένια λάμψη που σιγά-σιγά γινόταν μεγαλύτερη καθώς πλησίαζα. Ένιωθα πως όταν θα έφτανα σε εκείνο το λαμπρό σημείο το ταξίδι μου θα τελείωνε και θα ήμουν με τον Θεό. Αυτή η σκέψη με έκανε χαρούμενη. Αλλά τότε σαν δυνατός κεραυνός, είχα μια τρομακτική σκέψη ότι το μωρό μου ήταν κάτω στη γη. Φώναξα: «Το μωρό! Ω, Θεέ μου, δεν μπορώ να την εγκαταλείψω! Αυτός ο άνθρωπος θα την καταστρέψει... Με χρειάζεται! Στείλε με πίσω στο μωρό μου!». Αμέσως άρχισα να πέφτω προς τα πίσω, γρηγορότερα παρά ποτέ, σαν να ξετυλιγόμουν σε πετονιά. Επέστρεψα με απίστευτη ταχύτητα, λιποθυμώντας για μια στιγμή, και το επόμενο πράγμα που ήξερα ήταν ότι είχα προσγειωθεί στο κρεβάτι μου, στην ακριβή θέση που ήμουν ξαπλωμένη όταν άρχισε το ταξίδι μου προς τ' αστέρια. Το κρεβάτι αναπήδησε πραγματικά όταν έπεσα μέσα στο σώμα μου. Αμέσως ένιωσα βαριά, αδέξια, εντελώς εξαντλημένη και καλυμμένη με παγερό ιδρώτα. Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό, και αφού μουρμούρισα μια προσευχή ευγνωμοσύνης αποκοιμήθηκα.
Δεν είχα ακούσει ποτέ για αστρική προβολή ή εγκατάλειψη του σώματος, όταν µου συνέβη αυτό. Το µόνο που ήθελα να κάνω, εκείνο το βράδυ, ήταν να πεθάνω, και φαινόταν σαν να είχα πεθάνει σχεδόν. Αν δεν είχα σκεφτεί το κοριτσάκι µου που έµεινε πίσω, θα είχα φτάσει σ εκείνο το µακρινό φως και θα είχε σπάσει το λαµπερό σχοινί; Μπορεi ένα άτοµο να πεθάνει επειδή το θέλει; Απορώ γι αυτά τα πράγµατα.
Χαίροµαι, φυσικά, που γύρισα πίσω. Λίγο καιρό µετά, η ζωή µου άλλαξε. Έγινα πιο δυναµική, πιο γενναία, και πιο αποφασιστική. Δεν τρόµαζα πια από τον άντρα µου και τον αντιµετώπιζα άφοβα. Όταν φώναζε, φώναζα κι εγώ αντί να µαζεύοµαι από φόβο. Του επέστρεφα τις αισχρολογίες του. Αυτό µ' ενοχλούσε, αλλά έπρεπε να το κάνω, και τον σοκάρισε τόσο, ώστε έμεινε άφωνος. Είδα ότι ήταν απλώς δειλός και νταής και ότι είχα δύναμη τώρα που δεν ήξερα ότι είχα πριν, λόγω το φόβου μου. Η αλλαγμένη συμπεριφορά μου τον κατέπληξε και όταν συνέβαινε αυτό, εκείνος χτυπούσε την πόρτα δυνατά, και έφευγε από το σπίτι αφήνοντας με ήσυχη. Τέλος, όταν κατάλαβα ότι ο καιρός ήταν κατάλληλος, ζήτησα από τον πατέρα και τον αδερφό μου να έρθουν και να με πάρουν πίσω στο σπίτι, μια μέρα που ο άντρας μου ήταν στη δουλειά του. Δεν είχα σκοπό να γυρίσω ξανά σε αυτόν, και ένιωσα πολύ καλύτερα όταν κάποτε ξαναπαντρεύτηκε, και έφυγε μακριά από εμένα.
Η κόρη μου μεγάλωσε και έγινε μια ευτυχισμένη σύζυγος και μητέρα δύο όμορφων αγοριών. Αυτή και εγώ είμαστε δυο πολύ καλές φίλες. Αν και δεν έχω τύψεις, δεν παντρεύτηκα ξανά και είμαι πολύ ευχαριστημένη με τη ζωή μου. Αλλά όταν έρθει η σειρά μου να φύγω απ’ αυτό τον κόσμο, θα το κάνω με καλές προσδοκίες γιατί είδα την άλλη πλευρά και ήταν ωραία!
Κλερ Νιούμαν
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου