Αγάπη και Τριαντάφυλλα
«Το σημάδι της άγνοιάς σου είναι το βάθος της πίστης σου στη δικαιοσύνη και την τραγωδία. Αυτό που η κάμπια αποκαλεί τέλος του κόσμου, ο δάσκαλος το αποκαλεί πεταλούδα».
Άρχισα να δουλεύω με ασθενείς που βρίσκονταν κοντά στο θάνατο το 1985, εμπνευσμένος εν μέρει από το βιβλίο της Ελίζαμπεθ Κούμπλα Ρος «Περί Θανάτου και Ετοιμοθάνατης Κατάστασης». Έπρεπε να αντιμετωπίσω επίσης τον δικό μου φόβο για το θάνατο, και ήθελα να βοηθήσω σε προσωπικό επίπεδο εκείνους που πλησίαζαν σ’ αυτό που ο Έντγκαρ Κέυση αποκαλούσε μετάβαση.
Άρχισα να δουλεύω μ' ασθενείς του ΑΙDS, ξέροντας ότι η απόφασή μου θα ήταν επίμαχη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ιδίως οι μεσοδυτικές πολιτείες, ασχολούνταν με το ζήτημα του ΑIDS με άγνοια και παραπληροφόρηση. Αυτό φάνηκε στις ειδήσεις από το Κοκόμο της πολιτείας Ιντιάνα — 32 χιλιόμετρα από το σπίτι μου — όπου ο Ράιαν Χουάιτ και η οικογένειά του υπέφεραν από ένα φαινομενικά ατέλειωτο εφιάλτη διωγμών. Ο Ράιαν κόλλησε ΑΙDS από μια μετάγγιση αίματος. Σαν αποτέλεσμα αυτού τον έδιωξαν από το σχολείο, και η οικογένειά του εξοστρακίστηκε από την κοινότητα. Υπήρχε πολύς πανικός, πολύς φόβος και καθόλου βοήθεια για τον Ράιαν ή άλλους ανθρώπους που προσβλήθηκαν απ’ αυτή τη μοιραία αρρώστια. Ήμουν αποφασισμένος ν’ αναμειχθώ σ’ όλη αυτή την κατάσταση.
Το εκπαιδευτικό σεμινάριο στην Ιντιανάπολη διάρκεσε μόνο δυο μέρες, αλλά ήταν εντατικό. Οι καθηγητές μάς προειδοποίησαν ότι η άγνοια για το ΑΙDS δεν περιοριζόταν στους απλούς ανθρώπους. Αρκετοί γιατροί και νοσοκόμες αρνούνταν να φροντίσουν ανθρώπους με ΑΙDS.
«Θα έχετε την πιο σκληρή και βάρβαρη εμπειρία της ζωής σας», μας είπε ένας καθηγητής. «Αλλά μπορεί επίσης να σας ανταμείψει πολύ». Θα δοκίμαζα την ανταμοιβή με τρόπους που δε φαντάστηκα ποτέ, αλλά ήταν δύσκολη εμπειρία. Οι ομάδες υποστήριξης μόλις άρχιζαν τότε. Οι άνθρωποι που είχαν ΑΙDS εγκαταλείπονταν από τις οικογένειές τους, διώχνονταν από τις οικογένειές τους, διώχνονταν από τις δουλειές τους, και πέθαιναν.
Μου ανέθεσαν τον Ντέιβιντ, έναν 25χρονο άντρα μετά βίας ένα χρόνο μεγαλύτερο από μένα. Υπέφερε απ αυτή την ασθένεια δύο χρόνια σχεδόν και, μολονότι δεν το ήξερα τότε, βρισκόταν στα τελικά στάδια. Θα περνούσα το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων οκτώ μηνών της ζωής του μαζί του.
Ευτυχώς που ο Ντέιβιντ ήταν ένα από τα λίγα άτομα με AIDS που είχαν την υποστήριξη μιας στοργικής οικογένειας, κατά τους μήνες που ακολούθησαν έγινε και δική μου οικογένεια. Πέρασα πολλές ώρες μιλώντας με τη μητέρα του, που μου είπε για τις πρώτες μέρες της αρρώστιας του: «Κανένας δεν ήξερε τι είχε. Οι γιατροί δεν ήξεραν πολλά πράγματα για το ΑΙDS το 1983» Με κοίταξε πολύ ώρα πριν προσθέσει: «Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα όταν έκαναν τη διάγνωση ήταν, ο γιος μου θα πεθάνει. Δε με ένοιαζε πώς έλεγαν αυτή την αρρώστια. Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν, τι θα κάνω χωρίς αυτόν!» Μιλήσαμε για το μίσος και την οργή που εξέφραζαν οι άνθρωποι προς τα θύματα του ΑΙDS.
«Πρώτα είναι γιος μου». Eίπε. « Έχει μια θανατηφόρα ασθένεια. Αυτός ο ίδιος δεν είναι η ασθένεια». Το πρόσωπό της έλαμψε από οργή. «Αυτοί οι άνθρωποι που εγκαταλείπουν τα παιδιά τους - τα δικά τους σπλάχνα - που τα πετάνε στο δρόμο επειδή έχουν ΑΙDS δεν τ' αγάπησαν ποτέ. Ποια μητέρα θ' αποκήρυσσε το παιδί της επειδή θα πεθαίνει;» Δεν ήξερα να της απαντήσω, αλλά το είδα προσωπικά να συμβαίνει.
Ο Ντέιβιντ έπασχε από ηπατίτιδα και φυματίωση, και ήταν επικίνδυνα κοντά στην πνευμονία. Αλλά όταν είχε κουράγιο, τον πήγαινα στην ομάδα υποστήριξης στην Ιντιανάπολη. Όντας κοντά σε άλλους ανθρώπους που είχαν προσβληθεί από ΑΙDS, τον βοηθούσε να μην αισθάνεται τόσο μόνος, και του έδινε ένα αίσθημα σκοπού, ένα λόγο για να συνεχίσει να ζει. Ήταν μεγάλη έμπνευση για πολλά μέλη της ομάδας. «Όταν σου τα πάρουν όλα», είπε μια φορά, «το μόνο πράγμα που σου απομένει είναι το χιούμορ. Αν δεν το έχεις κι αυτό, ε! τότε χάνεις το μυαλό σου».
Ίσως εξέφραζε αυτό που είπε ο Έντγκαρ Κέυση για το χιούμορ: «Δες την αστεία πλευρά κάθε κατάστασης». Ο Ντέιβιντ μπορούσε να το κάνει, και τον θαύμαζα περισσότερο γι’ αυτό.
Στο δρόμο για μια συγκέντρωση, ο Ντέιβιντ θαύμαζε το τοπίο. «Δεν είναι αυτό ένα ωραίο ηλιοβασίλεμα?» ρωτούσε, ενώ το μάτια του ήταν σαν παιδιού, γεμάτα δέος, σαν να έβλεπε ηλιοβασίλεμα για πρώτη φορά, «φαίνεται σαν ζωγραφικός πίνακας». Ένιωσα τύψεις ενοχής. Πόσες φορές είδα μια μεγαλοπρεπή ανατολή ή δύση και υπέθεσα απλώς ότι θα ερχόταν κι αύριο; Ο Ντέιβιντ ζούσε, όπως είπε η Κούμπλα Ρος, σαν κάθε μέρα να ήταν η τελευταία της ζωής του. Μια ιδιότητα που σπάνια βλέπει κανείς στους τερματικά ασθενείς, κι αυτό με δίδαξε πόσο πολύτιμος είναι ο χρόνος πραγματικά.
Πάντοτε μου επισήμαινε την ομορφιά της φύσης. Ηταν ενήμερος των λαμπρών χρωμάτων του φθινοπώρου και των γραφικών τοπίων του χειμώνα. Όσο ήταν έξω, αυτό ήταν το μόνο πράγμα για το οποίο μιλούσε. Αυτό ήταν φυσικό εφόσον ο Ντέιβιντ ήταν καλλιτέχνης στο επάγγελμά του, αλλά η αγάπη του για τη φύση, καθώς και το πάθος του για την τέχνη, φαίνονταν ότι εντείνονταν καθώς η ζωή του γινόταν συντομότερη. Έφτιαχνε καταπληκτικές υδατογραφίες που σου έκοβαν την ανάσα. Ο Ντέιβιντ αγαπούσε όλα τα φυτά και τα λουλούδια, είχε το δικό του κήπο και μια ασυνήθιστη ικανότητα να καλλιεργεί οτιδήποτε. Στα μέσα του Γενάρη είχε πετούνιες και μη-μου-άπτου που άνθιζαν σ’ εσωτερικό χώρο σε κιβώτια λουλουδιών και γλάστρες. Ήταν λίγο απόκοσμο να μπαίνεις στο σπίτι του και να βλέπεις ανοιξιάτικα λουλούδια να ανθίζουν, ενώ έξω είχε 10 βαθμούς.
«Πώς το καταφέρνεις αυτό, Ντέιβιντ;» ρώτησα.
«Δεν ξέρω. Απλώς με συμπαθούν, νομίζω», είπε με ένα πλατύ χαμόγελο.
Άρχισα να καταλαβαίνω ότι μολονότι ο Ντέιβιντ πέθαινε, κάποιο άλλο μέρος του ήταν ζωντανό. Εκφραζόταν ολόγυρά του στην καλλιτεχνική εργασία του, στην κηπουρική του και στη μουσική του. Έπαιζε πιάνο με καταπληκτικό τρόπο, και καθώς οι μέρες του λιγόστευαν το παίξιμό του γινόταν καλύτερο. Όταν ήταν πολύ άρρωστος για να περπατήσει, καθόταν με τις ώρες και έπαιζε τις δικές του συνθέσεις. Χωρίς παρτιτούρες μπροστά του, ο Ντέιβιντ έπαιζε αυτοσχέδια κομμάτια και ποτέ δυο τραγούδια του δεν έμοιαζαν. Ακούγοντάς τον, νόμιζα ότι βρισκόμουν μπροστά σε κάποιο θείο ταλέντο. Αν και το σώμα του έσβηνε σιγά –σιγά, το πνεύμα του γινόταν πιο δραστήριο, και εκφραζόταν πιο ορατά. Πλησίαζε στο σπίτι του, με την πνευματική έννοια. Ίσως ήταν σαν τη φλόγα του κεριού που λάμπει περισσότερο πριν σβήσει.
Τους τελευταίους μήνες της ζωής του είχε μερικές καλές μέρες, πολλά ταξίδια στο νοσοκομείο, πολλές νύχτες χωρίς ύπνο, κι ένα σωρό αρρώστιες. Όπως άλλα θύματα του ΑIDS, δεν είχε καμία άμυνα ενάντια σε αβλαβή μικρόβια και ιούς. Ένα κρυολόγημα μπορούσε να μετατραπεί εύκολα σε πνευμονία. Μια απλή μόλυνση μπορούσε να τον στείλει στο νοσοκομείο για αρκετές βδομάδες, και συχνά τον έστελνε. Κατά ειρωνικό τρόπο, ο Ντέιβιντ κινδύνευε περισσότερο από το να κολλήσει το κρυολόγημα κάποιου άλλου, παρά κάποιος να κολλήσει AIDS απ’ αυτόν.
0 Ντέιβιντ φοβόταν την προοπτική να πεθάνει. Μου είπε μια φορά πώς δεν ήταν ο θάνατος που φοβόταν, αλλά η διαδικασία του θανάτου. «Απλώς δε θέλω να με πονέσει». Με κοίταξε, καθαρά φοβισμένος. «Νομίζεις ότι θα πονέσω όταν πεθάνω;»
Σκέφτηκα ότι οι συμφορές που πέρασε κιόλας ήταν χειρότερες απ’ ότι θα ήταν ποτέ η μετάβαση. Θυμήθηκα ότι ο Κέυση πει πως πολλά πράγματα στη ζωή ήταν δυσκολότερα, από το να κάνεις τη μετάβαση. Του είπα ότι νόμιζα πως υπέφερε το δύσκολο μέρος τώρα, και ότι θα κάναμε ότι μπορούσαμε για να τον κάνουμε να αισθάνεται άνετα.
Κατά τις τελευταίες βδομάδες της ζωής του, ο Ντέιβιντ χρειαζόταν συνεχή ιατρική περίθαλψη. Γι' αυτό τον μεταφέραμε σε ένα άσυλο αστέγων όπου του έδιναν μορφίvη κάθε τρεις ώρες. Δεν είχε πόνο. «Απορώ για το αν πρέπει να εγκαταλείψω κάθε προσπάθεια», είπε κατά την τελευταία επίσκεψή µου. «Νοµίζεις ότι θα έπρεπε να το κάνω;» Ανάµεσα σε δάκρυα βρέθηκα να χαµογελώ λίγο. «Ναι, Ντέιβιντ νοµίζω ότι θα πρέπει να το αποφασίσεις. Όπως λένε, εσύ πολέµησες καλά στη μάχη». Έµαθα πολλά από σένα».
Φαινόταν προβληµατισµένος. Του εξήγησα το θάρρος που έδειξε όταν αντιµετώπιζε τη ζωή µε ΑΙDS. Ενώ πέθαινε από AΙDS, ήταν παράδειγµα κάποιου που είχε µάθει να ζει µε αυτό δηµιουργικά.
Το µικρό διάστηµα που τον γνώρισα, έµαθα ένα πολύτιµο µάθηµα για τη δύναµη, για το θάρρος, για την αντιµετώπιση της ζωής ακόµη και ενάντια σε ανίκητες πιθανότητες. Ναι, πέθαινε, αλλά αυτό δεν τον εµπόδιζε να ζωγραφίζει ή να παίζει µουσική ή να κάνει κηπουρική. Μπορούσα εγώ ποτέ να συγκεντρώσω τόσο θάρρος;
Κατά τους τελευταίους µήνες της ζωής του υπήρχε µια απλότητα στο χρόνο που ήμαστε μαζί: κοιτάζαμε τηλεόραση, τον άκουγα να παίζει πιάνο, μιλούσαμε όλη την ώρα για τη ζωή και για το θάνατο. Χαιρόμουν που με έβλεπε περισσότερο σαν φίλο παρά σαν κοινωνικό λειτουργό.
Πριν φύγω από το δωμάτιό του, με ρώτησε αν ήθελα να τον καθοδηγήσω σε ένα διαλογισμό. Βοήθησα τον Ντέιβιντ στη δημιουργική νοερή απεικόνιση. Τον ηρέμησα ήσυχα με θετικές υποβολές, και του ζήτησα να δει νοερά το φως που αναφέρεται τόσο συχνά σ μεταθάνατιες εμπειρίες.
Καθώς συνέχιζα, άνοιξε τα μάτια του και είπε: «Ήσουν θαυμάσιος, ευχαριστώ». Ένιωσα μια καταπληκτική αίσθηση ευγνωμοσύνης σαν μέρος της ζωής του Ντέιβιντ, καθώς και του θανάτου του. Παρόλο που θα μου έλειπε πολύ, ήξερα ότι ήταν καιρός να τον αφήσω να πεθάνει. Ώσπου να τελειώσω το διαλογισμό, ο Ντέιβιντ κοιμόταν βαθιά. Πριν φύγω από το δωμάτιό του, τον κοίταξα ξανά για τελευταία φορά. Θυμήθηκα τι είχε πει ο Έντγκαρ Κέυση: «Δεν μπορεί να βιωθεί όλη η ζωή, ούτε όλος ο θάνατος να βιωθεί...»
Κοιτάζοντας τον Ντέιβιντ, που φαινόταν μεγαλύτερος από 25 χρονών, κατάλαβα ότι το δύσκολο μέρος είχε τελειώσει. Η μετάβαση θα ήταν μια ευπρόσδεκτη απελευθέρωση. Ο καθηγητής μου είχε δίκιο. Αυτό ήταν μια από τις σκληρότερες, αλλά συγχρόνως και μια από τις πιο σημαντικές εμπειρίες της ζωής μου. Η ανταμοιβή δεν ήταν τίποτε χειροπιαστό. Συμβιβαζόμενος με το θάνατο του Ντέιβιντ, και την ετοιμοθάνατη κατάσταση, ένιωσα κάπως ότι συμβιβάστηκα με τον δικό μου θάνατο. Αλλά επιπλέον, ήταν μια εκτίμηση του πόσο δημιουργικά έζησε ο Ντέιβιντ τη ζωή του. Είχα πολλά να μάθω ακόμη.
Πήγα ξανά στη γενέτειρά μου και είδα τη μητέρα του Ντέιβιντ. Ήταν τα γενέθλιά μου και μου έδωσε ένα ωραίο τριαντάφυλλο από τον κήπο του Ντέιβιντ.
« Ήταν το μεγαλύτερο που μπόρεσα να βρω», είπε. Αλλά για κάποιο λόγο, δεν υπάρχει ευωδιά σε αυτό». Το κράτησε στο χέρι της και κατά παράδοξο τρόπο, δεν υπήρχε καμιά ευωδιά. Την αγκάλιασα. Γελώντας, της είπα ότι μόνο ο Ντέιβιντ μπορούσε να καλλιεργήσει τόσο μεγάλα τριαντάφυλλα (χρειάζονταν και τα δύο χέρια για να το μεταφέρει κανείς).
Την άλλη μέρα, ο Ντέιβιντ έκανε τη μετάβαση χωρίς πόνο. Πέφτοντας σε κώµα η πίεση του αίµατός του έπεσε σιγά – σιγά, και σταμάτησε να αναπνέει.
Πήγα στο σπίτι από τη δουλειά μου αισθανόµενος χαµένος, µόνος, και ανακουφισμένος, ένα απίστευτο κράμα συvαισθηµάτων. Moυ έλειπε, αλλά ήξερα ότι ήταν ελεύθερος. Είχα ετοιµαστεί γι αυτή τη στιγµή επί μήνες αλλά στηv πραγµατικότητα δεν υπάρχει καµιά προετοιμασία για τον θάvατο ενός φίλου, ακόµη και όταν αναµένεται. Είχα µια συνοµιλία µε τον Ντέιβιντ σε όλο το δρόµο προς το σπίτι µου. Ίσως αυτός ήταν ο δικός µου τρόπος να ασχοληθώ µε το θάνατό του. Αλλά θυµήθηκα από τις υπαγορεύσεις του Κέυση ότι: «Είναι σηµαντικό να αφήνουµε να φεύγουν εκείνους που έφυγαν ήδη». Του έλεγα συνεχώς να πάει στο Φως, και να πει ένα καλό λόγο για µένα όταν φτάσει εκεί. Καθώς οδηγούσα το αµάξι µου προς τα δυτικά είδα ένα γραφικό ουρανό µπροστά µου, έναν ουρανό που σίγουρα θα άρεσε στον Ντέιβιντ.«Είναι, ένα ωραίο ηλιοβασίλεµα», είπα δυνατά. Μου φάνηκε πως αυτός ήταν εκεί κοντά.
Όταν έφτασα στο σπίτι µου, η µητέρα μου µε συνάντησε στην πόρτα. Γνώριζε τον Ντέιβιντ και την οικογένειά του και φαινόταν τόσο χαµένη όσο ένιωθα εγώ. « Έχω κάτι να σου δείξω» είπε δείχνοντας το τριαντάφυλλο του Ντέιβιντ. «Σήμερα το πρωί, μπορούσα να ορκιστώ ότι μύρισα τριαντάφυλλο», είπε. «Ήταν δυνατή μυρωδιά. Ύστερα μου τηλεφώνησες ότι ο Ντέιβιντ πέθανε, και μύρισα το τριαντάφυλλο σε ολόκληρο το σπίτι».
Εγώ μπόρεσα να το μυρίσω από ένα μέτρο μακριά. «Νομίζω ότι προσπαθεί να µας πει ότι τα κατάφερε μια χαρά.»
Ο θάνατος δεν ήταν το τέλος. Απλώς πέρασε από αυτό που αποκαλούσε ο Κέυση: «Η άλλη πόρτα του Θεού». Αν και έζησε μόνο 25 χρόνια, νομίζω ότι κατάλαβε από τη σύντομη ζωή του περισσότερα από όσα καταλαβαίνουν οι περισσότεροι άνθρωποι σε 70 ή 80 χρόνια.
Όταν μου λείπει ο Ντέιβιντ και άλλοι, τους οποίους φρόντισα και βοήθησα να φύγουν αυτά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, θυμάμαι τι έγραψε ο Ρiτσαρντ Μπαχ yιά το θάνατο στο βιβλίο του Ψευδαισθήσεις:
«Το σημάδι της άγνοιάς σου είναι το βάθος της πίστης σου στη δικαιοσύνη και την τραγωδία. Αυτό που η κάμπια αποκαλεί τέλος του κόσμου, ο δάσκαλος το αποκαλεί πεταλούδα».
Ελπίζω να βοήθησα τοv Ντέιβιντ να βρει και να ανοίξει τα φτερά του.
Ρόμπερτ Ι. Γκραντ

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου